ΣΚΟΠΟΣ ΣΕΛΙΔΑΣ

ΣΚΟΠΟΣ ΤΗΣ ΣΕΛΙΔΑΣ ΑΥΤΗΣ ΕΙΝΑΙ Η ΑΝΑΔΕΙΞΗ ΑΥΤΗΣ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΧΑΝΙΩΝ ΚΡΗΤΗΣ.Η ΘΕΜΑΤΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΕΧΕΙ ΣΑΝ ΒΑΣΗ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ,ΙΣΤΟΡΙΚΑ,ΜΟΥΣΙΚΑ, ΚΑΙ ΟΧΙ ΜΟΝΟ ΣΤΟΙΧΕΙΑ.ΝΑ ΘΥΜΗΘΟΥΝ ΟΙ ΠΑΛΑΙΟΤΕΡΟΙ ΝΑ ΜΑΘΟΥΝ ΟΙ ΝΕΟΤΕΡΟΙ.

Πέμπτη 24 Σεπτεμβρίου 2009

Ο ΧΑΡΧΑΛΟΝΙΚΟΛΗΣ ΣΕ ΓΑΜΟ ΣΤΗΝ ΑΣΗ ΓΩΝΙΑ.


ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΤΟΥ ΠΑΤΗΣΤΕ ΕΔΩ,
Ο Χάρχαλης καλεσμένος σε Αση - Γωνιώτικο γάμο Γράφει ο
ΣΗΦΗΣ ΙΩΑΝ. ΠΕΤΡΑΚΗΣ

Είχε έρθει πρόσφατα από την Αμερική, όπου έλειπε αρκετά χρόνια και οι τσέπες του ήταν ακόμη γεμάτες δολάρια. Φαίνεται πως εκεί εργάστηκε αρκετά σκληρά και το κυριότερο, πως τα δολάρια που μάζεψε, τα φύλαγε, να τα φέρει στην Ελλάδα. Σε αντίθεση με άλλους Αση - Γωνιώτες που όπως πήγαν έτσι και γύρισαν. Κάποιος παλιός Ασηγωνιώτης μου διηγήθηκε για τον πατέρα του που έλειπε κάμποσα χρόνια στην Αμερική. Όταν επέστρεψε, αντί για δολάρια, το μόνο που έφερε ήταν μια αρκετά ευμεγέθη βαριοπούλα (έντεκα οκάδες) - την οποία μάλιστα κάπου δάνεισε να σπάσουν πέτρες και δεν τον την επέστρεψαν. Ο Μπικοβαγγέλης, όμως ήρθε πίσω με τις τσέπες του γεμάτες παράδες!
Επόμενο ήταν λοιπόν να ψάξει αμέσως να βρει μια όμορφη κοπελιά.
Τη βρήκε στην κοντινή Αργυρούπολη και ήταν από την οικογένεια των Καντίληδων και άρχισαν αμέσως τις ετοιμασίες για τον γάμο. Ένα από τα πολλά προβλήματα που χρειαζόταν να λύσουν ήταν και αυτό της εξεύρεσης λυρατζή ή έστω βιολάτορα.
- Εγώ θα πάω στην Κίσαμο να καλέσω το Χάρχαλη. Αύριο κιόλας θα φύγω με το μουλάρι να πάω στο χωριό ντου να τονε καλέσω.
Εκείνη την εποχή του μεσοπολέμου, οι καλλιτέχνες της κρητικής μουσικής δεν ήσαν τόσοι πολλοί όσοι σήμερα. Αυτοί οι λίγοι όμως ήσαν ονομαστοί. Ένας απ’ αυτούς που κυριολεκτικά μεσουρανούσε καλλιτεχνικά εκείνη την εποχή ήταν ο Χάρχαλης από την Κίσαμο. Έπαιζε και μάγευε με το βιολί του, το όμορφο τραγούδι του και τους ατέλειωτους σκοπούς του.
Η φήμη του Χάρχαλη είχε απλωθεί σχεδόν σ’ όλη την Κρήτη και παντού τον καλούσαν να παίξει σε γάμους και πανηγύρια. Αυτός, όμως, ήταν επιλεκτικός. Με κριτήρια δικά του πάντα, επέλεγε σε ποιο γάμο θα παίξει.
Του Μπικοβαγγέλη όμως δεν του έφερε αντίρρηση.
- Ναι μρε Βαγγέλη να ’ρθω θέλει στην Αση Γωνιά να παίξω, κι ας είναι κι αλάργο. Δεν ν’ είμαι ξαναρθωμένος και έχω ακουστά πως είναι λεβεντοχώρι και έχετε και μερακλήδες άντρες και χορευταράδες.
Έτσι, λοιπόν, έκλεσε, κι ο Χάρχαλης που όπως μου διηγήθηκε ο ανιψιός του, ο νεότερος Μπικοβαγγέλης, θα ερχόταν με το Μαυριανο. Εκείνη την εποχή ο γάμος δεν ήταν υπόθεση Σαββατόβραδου που τελειώνει με ένα πλούσιο φαγοπότι σε ένα φαγάδικο, το λεγόμενο κέντρο. Διαρκούσε τουλάχιστον από την Παρασκευή μέχρι την επόμενη Τετάρτη και το κεντρικό πρόσωπο και ο πρωταγωνιστής ήταν, εκτός βέβαια από τη νύφη και το γαμπρό, ο λυρατζής.
- Ετότεσας τον γάμο τον έκανανε το χωριό. Εφέρνανε κανίσκια, όπως το ’χονε έθιμο και δα, μόνο που εκείνηνα την εποχή ήτανε τα πλια κλεψίμια.
Εκτός όμως από το κανίσκι -το σφαγμένο πρόβατο- έδιναν και χρήματα. Έτσι, το νέο ζευγάρι, μάζευε ένα σεβαστό ποσό για τα πρώτα του έξοδα.
Ο Μπικοβαγγέλης όμως το δήλωσε ορθά - κοφτά!
- Δε θέλω να μου βάλετε μου δ’ ένα μεταλίκι! Κανίσκια θα δεχτώ, μα λεφτά δε θέλω, μόνο άνε και θέλετε να τα βάλετε του Χάρχαλη απού θα καλέσω.
Όταν πλησίαζε η ημέρα να γίνει ο γάμος, βρήκε και τον καλεστή που δεν ήταν άλλος από κάποιο μπάρμπα του.
- Μπάρμπα, είντα λες - να καλέσεις θέλει το χωριό για τη μπαραπάνω Κυριακή;
Ο Μπάρμπας του το περίμενε γι’ αυτό και η απάντηση ήταν άμεση.
- Κιαμέ, για τ’ ανίψιο μου θα γυρίσω ούλο το χωριό. Μόνο..., κοντοστάθηκε, ούλο το χωριό έ;
- Ναι μπάρμπα, είντα εμείς δε ν' έχουμενε να κάμωμενε με κιανένα.
Έτσι ο μπάρμπας του αφού εφοδιάστηκε με μερικά κλωνάρια ελιάς, άρχισε να γυρίζει όλες τις γειτονιές του χωριού από το Περαχώρι μέχρι τα Παπαδιανά, τη μεσοχώρια και τ’ Αρμί.
Στα σπίτια που απουσίαζαν οι νοικοκυραίοι, κρεμούσε στην είσοδο ένα κλαδάκι ελιάς, σημάδι πως ήσαν καλεσμένοι στον γάμο.
Περιττό να πω πως ο μπάρμπας ήταν "γερό ποτήρι", και μέχρι να τελειώσει η αποστολή έπρεπε να στηρίζεται στον τοίχο.
- Μπάρμπα, είντα ’παθες; Θαρρώ πως επαράπιες!
- Ναι, μωρέ, εκερνούσασιμε και...
Όταν μήνυσαν στο γαμπρό πως θα ’ρθει ο Χάρχαλης, πήρε κάνα δυο μουλάρια και κατέβηκε στα κάτω μέρη να τον παραλάβουν.
Ο Χάρχαλης έφθασε πιο μπροστά και κάθισε με την παρέα στην πλατεία και περίμενε τους Αση - Γωνιώτες με τα άλογα.
Εκεί τον παρακάλεσαν να παίξει κανα σκοπό. Αυτός αφού τους έπαιξε για λίγο, μετά άρχισαν την κουβέντα.
Εκεί, κάποιος ή κάποιοι, προσπάθησαν να τον αποτρέψουν να πάει στην Αση - Γωνιά.
- Καλλιά σ’ έχω να μην μπάεις γιατί οπέρσις εσκοτώσανε εκειά το λυρατζή. Είναι κακοί άνθρωποι και παίζουνε μπαλωτές και είναι επικίνδυνα.
Τι είχε συμβεί λοιπόν. Πράγματι, πριν μερικά χρόνια, γινότα ένας γάμος στη Αση Γωνιά. Παντρευόταν ο Μπλυμοσήφης από το Περαχώρι μια κοπελιά από την Αργυρούπολη.
Όπως το είχαν και το έχουν ακόμα έθιμο, έφερναν το Σάββατο το βράδυ το κανίσκι.
Κάποιος καλεσμένος ήρθε ένοπλος με το ντουφέκι του στον έναν ώμο και το κανίσκι στον άλλο. Αφού άφησε το κανίσκι, ξεκρέμεασε το ντουφέκι του για να παίξει μια μπαλωτέ.
Κάποιος όμως τον σκούντησε ή κάτι έγινε και η σφαίρα τρύπησε το επάνω πάτωμα και βρήκε τον λυρατζή στο κεφάλι και τον άφησε στον τόπο. Ήταν, δηλαδή, καθαρά ένα ατύχημα.
Το γλέντι σταμάτησε αμέσως και όλοι στεναχωρήθηκαν αφάνταστα. Όμως κατάλαβαν πως ήταν ατύχημα και δεν πήρε μεγάλη έκταση το συμβάν.
Αυτό, λοιπόν, υπενθύμισαν οι Κατωμερίτες στον Χάρχαλη και προσπάθησαν να τον αποτρέψουν να πάει. Όμως, εν τω μεταξύ, έφθασαν και τα άλογα τα οποία καβάλησαν και ήρθαν στην Αση - Γωνιά και άρχισε ο γάμος που ως φαίνεται άφησε εποχή και τον συζητούσαν για αρκετό καιρό.
Νωρίς το Σάββατο μαζεύτηκαν στο σπίτι του γαμπρού φίλοι και συγγενείς και ετοιμάστηκαν να ξαναπάνε στην Αργυρούπολη - είχαν ξαναπάει και έφεραν τα προυκιά. Αυτή τη φορά να φέρουν και τη νύφη.
Ξεκίνησε η συνεπαρσιά, ένα έθιμο που ακόμα, ευτυχώς, αποκρατεί στην Αση - Γωνιά.
Οι άντρες αγκαλιάστηκαν σε τρεις - τέσσερις σειρές και άρχισαν το ριζίτικο τση στράτας.
Αντιβούησαν τα γκρεμνά του Αση - Γωνιώτικου φαραγγιού.
"Ε, μαδα στον απαχωρισμό
τρεις ποταμ’ αρχινούνε
ο ένας πάει ανατολικά
κι άλλος θε ντη δύση".

"Κόρη συρικοκόκκινη
συρικομαυρομάτα
δέσε τα περιστέρια σου
μην έρχονται τσ’ αυλές μου".

Αφού έγινε η στεφάνωση, πήραν τη νύφη και με το ριζίτικο τση στράτας επέστρεψαν στην Αση Γωνιά. Το τι επακολούθησε δεν περιγράφεται. Οι μαγευτικές μελωδίες του Χάρχαλη δονούσαν τον Ασηγωνιώτικο αέρα και οι όμορφοι σκοποί του που άφησαν εποχή ακούγονταν για 4-5 μέρες συνέχεια μέρα νύχτα, για να γλεντήσουν οι καλύτεροι μερακλήδες και χορευτές απ’ όλη την περιοχή.
Όταν τελείωσε ο γάμος, καβάλησαν πάλι τα άλογα ο Χάρχαλης και η παρέα του, για να κατεβούν στα κάτω μέρη για να βρουν "κάποιο μέσο να πάνε στο χωριό ντονε στη Κίσαμο. Εκάτσανε πάλι στη πλατεία και περιμένανε. Εκειά του γυρέψανε πάλι να τονε παίξει ο Χάρχαλης κάποιο σκοπό.
Όμως αυτός τους αποστόμωσε:
- Όη, μωρέ, δε σασε παίζω!
Εγώ παίζω εκειά απ’ ναι άντρες!
Δε ν’ ήτανε έτσα απού μου τα λέγετε. Στην Ασή - Γωνιά ήβρηκα τσοι πλια καλούς άντρες και μερακλήδες απ’ όπου κι αν επήγα και εσείς εξανοίξετε να μη μ’ αφήσετε να πάω!
Δεν έβγαλε καθόλου το βιολί του από τη θήκη και περίμενε μέχρι που πέρασε κάποιο μέσο και έφυγε για την Κίσαμο.
Δεν ξέρω αν ξαναπήγε ο Χάρχαλης στην Αση Γωνιά. Πάντως την ιστορία κάπου την κουβέδιασε και έγινε γνωστή.

Υ.Γ. Ούλες τση πλια καινούργιες "Ιστορίες τσ' Αση - Γωνιώτικης ρίζας" τση πρεμάζωξα και τσ' έκαμα ένα μπουκέτο - βιβλίο και το διαθέτουν το βιβλιοπωλείο "Σχήμα" και τα καράβια της ΑΝΕΚ.
ΠΑΡΜΕΝΟ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΧΑΝΙΩΤΙΚΑ ΝΕΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου