ταχυά ‘ν’ άπου περπάτηξεν ο Κύριος στον κόσμο.Και βγήκε κι εχαιρέτηξεν όλους τους ζευγολάτες
κι ο πρώτος που χαιρέτηξεν ήταν Aγιος Βασίλης.-Καλώς τα κάνεις, Βασίλειε, καλό ζευγάριν έχεις-Καλό το λέω αφέντη μου, καλό κι ευλογημένομα η Χάρη σου το βλόησε με το δεξό τζης χέρι
με το δεξό με το ζερβό με το μαλαματένιο.Πευκένιο ‘ναι τ’ αλέτρι ντου, δαφνιένιος ο ζυγός του
τ’ απανωζεύλια του ζυγού, βασιλικού κλωνάρι.-Να σε ρωτήξω, βασιλειέ, πόσα μουζούρια σπέρνεις;-Σπέρνω κριθάρι δώδεκα και στάρι δεκαπέντεταγή και ρόβι δεκοχτώ κι απονωρίς στο σταύλο.Μ’ αλήθεια κάτω στο γιαλό, κάτω στο περιγιάλι
Μουζοΰρι στάριν έσπειρα με το πλατύ πινάκι.Κι εκεί τ’ ανεριαστήκανε λαγούδια και περδίκια,
μοΰδε λαγούδια ήπιασα, μηδέ περδίκια βρήκα.Κι εθέρισα κι αλώνεψα κι ήβγαλα χίλια μόδια
με τ’ αποσκιβαλίδια ντως χίλια και πεντακόσακαι τ’ ‘αλλά δεν τα μέτρησα γιατί ο Χριστός επέρνα
κι εκειά που πέρασε ο Χριστός χρυσό δενδρί εβγήκε.κι απάνω στα κλωνάρια ντου πέρδικες κελαϊδούσαν:
Μα σένα, Αφέντη, πρέπει σου το πλια καλό ζευγάρινα ‘ναι τ’ αλέτρι ντου λυγιά και ο ζυγός του δάφνη
και τ’ απανωζευλώματα βασιλικού κλωνάρι.Μα είπαμε τ’ αφέντη μας που να πολυχρονίσει
στον Aγιον Τάφο του Χριστού να πα να προσκυνήσειΕπόπαμε τ’ αφέντη μας να πούμε τση κυράς μας.
Κυρά λυγνή, κυρά ψηλή, κυρά καμαροφρύδαπου σαν λουστείς και χτενιστείς και πας στην εκκλησία
βάνεις τον ήλιο πρόσωπο και το φεγγάρι στήθη
την όχεντρα την πλουμιστή γιορντάνι στο λαιμό σου.Επόπαμε ‘δα τση κυράς ας πούμε και τση κόρης:Κυρά τη θυγατέρα σου γραμματικός τη θέλει,
μ’ αν είναι και γραμματικός πολλά προυκιά γυρεύγει.Γυρεύγει αμπέλια ατρύγητα κι αμπέλια τρυγημένα
γυρεύγει στάρια αθέριστα και στάρια μεσ’ στ’ αλώνιγυρεύγει και χρυσό πουγκί στη μέση να το ζώνει.Επόπαμε τση κόρης μας ας πούμε και του γιου μας.Έχεις και γιο στα γράμματα περισσά σπουδαγμένο
λεβέντη και ομορφονιό στ’ άρματα ξακουσμένο.
Να ζήσει χρόνους εκατό και να τσοι διαπεράσει
κι από τους εκατό κι εμπρός ν’ αρχίξει να γεράσει.
και κάτσε και ντουχιούντισε σαν είντα δα μας βγάλειςΓ-ή απάκι’ γ-ή λουκάνικο, γ-ή από πλευράς κομμάτι
γ-ή άπου τη μαύρη όρνιθα κανένα αυγουλάκιγ-ή απ’ το λαδοπίθαρο κιαμμιά σταλιά λαδάκι
γ-ή απ’ το κρασοβάρελο να πιούμε μια γεμάτη.
(Ύστερα από το φιλοδώρημα)Επα που καλαντίσαμε καλά μας επλερώσαν.
καλά να παν τα τέλη ντως και τ’ αποδόματά ντως.Κι’ αν έχουν θηλυκό παιδί μοίρα καλή να κάνει
του βασιλέα τον υγιο άντρα να τόνε πάρει.Πάλι κι αν είναι αρσενικό στη σέλα καβαλάρης
να σειέται να λυγίζεται να πέφτει το λογάρινα το μαζεύουν οι άρχοντες να κάνουν δαχτυλίδια
και τα μικρά αρχοντόπουλα μικρά απανυχίδια.και χρόνια πολλά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου